Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Παγωτό Ταμπάσκο

  • Ένας ζαχαροπλάστης κάποτε, βάλθηκε να το φτιάξει, αρχικά από περιέργεια και, όσο περνούσε ο καιρός και αποτύγχαναν οι δοκιμές του, από γινάτι.
  • Όσο πιο δύσκολο φαινόταν ότι θα είναι, τόσο πείσμωνε και τρώγονταν με τον εαυτό του και ξενυχτούσε τα βράδυα σκεπτόμενος πως να διορθώσει την υφή, πως να εξισορροπήσει τις γεύσεις, πως να το γαρνίρει και τι εμφάνιση ή χρώμα να του δώσει.
  • Κάποια στιγμή μάλιστα, φαντάστηκε πως αν το κατάφερνε θα ήταν ο μοναδικός και πρώτος που θα παρασκεύαζε κάτι τέτοιο, άρα ίσως να του απέφερε μεγάλη φήμη. Και λεφτά.
  • Μέσα στο μυαλό του, ήταν όλα ξεκάθαρα. Θα κέρδιζε το βραβείο των ζαχαροπλαστών, θα έμενε στην ιστορία, η συνταγή του θα ήταν διάσημη.
  • Κάμποσους μήνες μετά, και μετά από άπειρες δοκιμές, τελικά κατάφερε να το πετύχει, όπως το είχε οραματιστεί. Ήταν παγωμένο, κι ωστόσο καυτό, κατακόκκινο σαν τη φωτιά, αντιφατικό και άχρηστο, όταν ο βοηθός του τον ερώτησε πως και με τι και πότε και ως τι θα το σερβίριζε.
  • Για επιδόρπιο, ήταν παντελώς άστοχο. Ούτε ως συνοδευτικό, ούτε ως άρτυμα, ούτε για δίπλα από το ποτό, ούτε ως σαλάτα ούτε ως κύριο γεύμα , φυσικά.
  • Μετά από όλη αυτή την προσπάθεια, δεν μπορούσε να έχει κάποια χρησιμότητα?
  • Έμεινε να το κοιτάει, ξύνοντας το πηγούνι του σκεφτικός, στην κατακόκκινη κρύα καυτεράδα του.
  • Ορεκτικό, λοιπόν, είπε τελικά. Μόνο έτσι μπορούμε να το σερβίρουμε. Αλλά πως?
  • Κάλεσε τους φίλους του για να το δοκιμάσουν, και το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό: μετά από την έκπληξη και τις βλαστήμιες που συνόδευαν το απρόσμενο τσουρούφλισμα, έρχονταν τα γέλια. Μερικοί το ζήτησαν για φάρσες ή για να εκδικηθούν το αφεντικό τους. Όταν έφυγαν, μέσα στην σύγχυσή του θύμωσε για την κοροϊδία Έβαλε σκοπό να το πλασάρει και να το προωθήσει μέχρι που να γίνει μόδα, και τότε όσοι γέλασαν θα έδιναν ένα κάρο λεφτά για μία κουταλιά και μόνο.
  • Θα τους έδειχνε, τότε...
  • Βάλθηκε μεμιάς να φτιάξει ειδικά αλμυρά μπισκοτάκια τυριού, το περιέχυσε με πράσινη σως αβοκάντο, το στόλισε με μικρά τσίλι τριγύρω και πράσινα φυλλαράκια, αλλά πάνω από όλα, το έβαλε σε μικροσκοπικά μπολάκια που μόλις και μετά βίας χωρούσαν δύο κουταλιές του γλυκού.
  • Πατεντάρησε τη συνταγή, για να μην έχει κλέφτες στο μέλλον.
  • Μετά το φωτογράφησε, πλήρωσε μοντέλα να το δοκιμάσουν με ικανοποίηση μπροστά σε κάμερες, και πήρε σβάρνα όλα τα εστιατόρια για να το πουλήσει.
  • Καναδυό που δέχθηκαν να το σερβίρουν, μετά τις πρώτες ημέρες ακύρωσαν τις παραγγελίες τους, ακόμα και τα πιο μοντέρνα στέκια, ακόμα και τα πιο προγκρέσιβ ή εναλλακτικά μαγαζιά τελικά πέταξαν στα σκουπίδια ότι περίσσεψε στα ψυγεία.
  • Έχοντας χάσει πολύ χρόνο και χρήμα, με μόνο όπλο το πείσμα του, αποφάσισε να ανοίξει δική του αλυσίδα καταστημάτων, με σκοπό την εδραίωση του παγωτού ταμπάσκο.
  • Για να το κάνει αυτό, χρειάστηκε να εφεύρει και άλλα πιάτα, μερικά συμβατικά και άλλα λίγο πιο περίεργα, ώστε να στηρίξει το όλο εγχείρημα, ώσπου τελικά κατάντησε να πουλάει όλα τα άλλα εκτός από το παγωτό ταμπάσκο, το οποίο για άλλη μία φορά έμενε μόνο στο ψυγείο να περιμένει την ημερομηνία λήξης του.
  • Όταν ένας από τους φίλους του τον ρώτησε "Μα γιατί?" εκείνος δεν ήξερε τι να απαντήσει.
  • Είναι το όνειρό μου, είπε.
  • Δεν αξίζει για ένα όνειρο να παλεύεις?
  • Συνέχισε να προσπαθεί, παραλλάζοντας τη συνταγή, αλλάζοντας τα συνοδευτικά ή τη διαφήμιση, μέχρι τα βαθειά γεράματα. Μιας και ήταν ο μοναδικός που το έτρωγε, ήταν η ζωντανή απόδειξη ότι το στομάχι του ανθρώπου δεν είναι πλασμένο για αντιφάσεις, ωστόσο εκείνος αναπολούσε με πίκρα τις αποτυχίες, σιχτίριζε το οπισθοδρομικό κατεστημένο, αναθεμάτιζε τα συστήματα και έριχνε το φταίξιμο στη βλακεία των ανθρώπων. Διηγούνταν ξανά και ξανά στα νεότερα μέλη της οικογένειας τη χαρά της ανακάλυψης και την θλίψη της απόρριψης, μέχρι που τα πιτσιρίκια έλεγαν "ο παππούς πάλι για το παγωτό λέει", ενίοτε με στωικότητα, ενίοτε δε, περιπαιχτικά.
  • Η τελευταία του κουβέντα ήταν "Έχω δίκιο!".

4 σχόλια:

Βράζει το καζάνι!