Φαντάζομαι την διαδικασία της μάθησης σαν ένα δίπολο, του οποίου το ένα άκρο είναι η απόλυτη εξάρτηση από τον δάσκαλο και το άλλο είναι η πλήρης ανεξαρτησία, κατά την οποία μπορεί ο μαθητής να εφαρμόσει κατά περίπτωση και κατά την δική του κρίση όσα έμαθε, ανεξάρτητα και με επιτυχία.
Κάπου μέσα σε αυτή τη νοητή ευθεία, διανύοντας αυτή την απόσταση από το ένα σημείο στο άλλο, συντελείται μία θαυμαστή αλλαγή: ο μαθητής από εξαρτημένος γίνεται γίνεται αυτόνομος και το χρονικό σημείο διαφέρει από άτομο σε άτομο, από μαθητή σε μαθητή.
Και αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο για κάθε δάσκαλο, ανεξάρτητα από το τί διδάσκει, να δώσει στον κόσμο έναν ολοκληρωμένο, αυτόνομο, αυτάρκη άνθρωπο που έχει την ικανότητα και την αυτοπεποίθηση να κάνει αυτά που έμαθε.
Άλλωστε, έτσι δεν κάνουμε ασυναίσθητα όλοι μας;
Ας πούμε ότι θες να μάθεις μία συνταγή ή το πως να επισκευάσεις μία μηχανή ή το πως να γράψεις ένα άρθρο ή το οτιδήποτε άλλο. Είτε που θα προσπαθήσεις να το κάνεις μόνος σου, είτε που θα ρωτήσεις κάποιον. Στην αρχή απλά θα ακολουθήσεις τις οδηγίες αλλά κατόπιν θα αρχίσεις να κάνεις τις δικές σου προσθήκες ή παρεμβάσεις, μέχρι που τελικά θα έχεις τη δική σου μέθοδο, η οποία θα μοιάζει με εκείνη του δάσκαλου αλλά θα παρεκκλίνει στα σημεία που η δική σου προσωπικότητα άφησε τα σημάδια της.
Είναι κάτι το πολύ όμορφο όταν το βλέπεις να συμβαίνει.
Ανάλογα με την προσωπικότητα, αυτό συμβαίνει σε διαφορετικά σημεία, όπως ειπώθηκε, αλλά και με διαφορετικούς ρυθμούς. Άλλος είναι εξαρχής δυναμικός και ανεξάρτητος, παίρνοντας την πρωτοβουλία από την πρώτη στιγμή, ενώ άλλος μπορεί να θέλει το χρόνο του για να ωριμάσει. Άλλοι, οι περισσότεροι, δεν παίρνουν χαμπάρι το πως και το πότε, απλά κάποια στιγμή συνειδητοποιούν ότι τελικά μπορούν και μαγειρεύουν, μιλούν αγγλικά ή σχεδιάζουν μία μηχανή.
Ο δάσκαλος ή γονιός ή εκπαιδευτής ή προπονητής ή οτιδήποτε άλλο,πρέπει να θυμάται ακριβώς αυτό, ότι σε κάποιο σημείο θα πρέπει ο μαθητής να ανεξαρτητοποιηθεί και προς αυτό το σκοπό να δουλεύει, πράγμα πολύ δύσκολο διότι για πάντα θα ξέρουμε περισσότερα από τους μαθητές μας και πάντα θα φοβόμαστε ότι κάτι θα κάνουν στραβά.Κι ωστόσο, είναι απαραίτητο εμείς οι δάσκαλοι να κάνουμε πέρα, να παραμερίσουμε για να δώσουμε τη σκηνή στους μαθητές μας, έστω και με κάποιες ατέλειες, αναπόφευκτες στην αρχή, ώστε να μάθουν να στέκουν στα πόδια τους και να είναι έτοιμοι για τον κόσμο.
Θα πρέπει να αναθέτουμε στο μαθητή καθήκοντα, ασκήσεις ή εργασίες οι οποίες αρχικά θα συνιστούν απλή μηχανική επανάληψη ορισμένων εύκολων τεχνικών, με σκοπό να αποκτήσει ο μαθητής μία πρώτη επαφή και να σπάσει ο εγκεφαλικός "πάγος" να φύγει το πρώτο τρακ του "ωχ, τι κάνουμε τώρα;"
Αυτή η πρώτη φάση είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί χωρίς κενά, διότι αν μείνει κάποια απορία ή αβεβαιότητα, οι αμφιβολίες θα κάμψουν την αυτοπεποίθηση του μαθητή μας και θα δυσκολέψουν την μετέπειτα πορεία του. Δεν θα πρέπει να προχωρήσουμε σε πιο απαιτητικά επίπεδα αν δεν έχει πρώτα μάθει αυτά τα πρώτα, μηχανικά, βήματα ο μαθητής.
Από εκεί και μετά, και για όσο διαρκεί η μαθητεία, αυξάνουμε το επίπεδο δυσκολίας των ασκήσεων καθώς και το ποσοστό ανεξαρτησίας, μέχρι που από 100% εξαρτημένος, να περάσει σταδιακά από 90-10%, στο 70-30, μετά στο 50-50 , στο 20-80 και εν τέλει να φτάσει στην 100% αυτονομία, η οποία εκτός από την τεχνική δεινότητα προϋποθέτει και την αυτοπεποίθηση να εφαρμόσει κανείς ότι έχει διδαχθεί.
Προσωπικά, τόσο στους μαθητές μου όσο και στα δικα΄μου παιδιά, εφαρμόζω την τακτική "καθόλου κενά" δηλαδή δεν προχωράω παρακάτω αν δεν έχει εμπεδωθεί το προηγούμενο επίπεδο απόλυτα, και αυτό γιατί α)δίνει ασφάλεια στα παιδιά ότι είναι έτοιμα για παρακάτω και β) γιατί μπορεί να παίρνει λίγο χρόνο παραπάνω αλλά στην ουσία εξοικονομεί χρόνο αφού προλαμβάνονται τα πισωγυρίσματα, και οι μελλοντικές εκκρεμότητες. Με αυτόν τον τρόπο, όταν θα πούμε "είμαστε έτοιμοι" θα το εννοούμε και θα έχουμε την επίγνωση ότι ναι, τώρα ορμάμε.
Φυσικά, στα δημόσια σχολεία αυτό είναι αδύνατον να γίνει, μπορεί όμως ο κα΄θε γονιός που γνωρίζει γραφή και ανάγνωση να βοηθήσει τα παιδιά του στο σπίτι απαντώντας ερωτήσεις, εξηγώντας ότι μπορεί να εξηγήσει και δίνοντας όση περισσότερη πρακτική εξάσκηση είναι δυνατόν, μέσα από την καθημερινότητα, τα βιντεοπαιχνίδια (τα ονόματα των ηρώων είναι ένας γλωσσολογικός θησαυρός, πχ) το σουπερμάρκετ (αριθμητική, την έννοια του κέρδους, κοκ) ένα σωρό γνώσεις που έχουμε για δεδομένες κι ωστόσο αν κάποιος δεν τις επισημάνει περνούν απαρατήρητες, όπως τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα πάνω από τα κεφάλια των Παπούα στη ζούγκλα: αλλάζουν τον κόσμο μας κι εμείς δεν τις νιώθουμε καν.
Υπάρχει μία παρεξήγηση που θέλει τη γνώση να φέρνει το άγχος και την αγωνία. Λένε ότι η γνώση φέρνει την ευθύνη και το βάρος της, το οποίο είναι εν μέρει σωστό μόνο γιατί η γνώση φέρνει μαζί με την ευθύνη και τον έλεγχο, πάνω σε ότι μας περιβάλλει , συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων.
Η γνώση επιτρέπει στο νού να είναι άγρυπνος και να επιτηρεί τα συμβάντα, να αναρωτιέται και να ερευνά, να παρατηρεί και να θυμάται.
Για αυτό, πρέπει τα παιδιά να μαθαίνουν όσα περισσότερα γίνεται, όχι μόνο εγκυκλοπαιδικά αλλά και σε πολλαπλά επίπεδα, γιατί αυτή είναι η μόνη τους ευκαιρία να ελέγξουν το οτιδήποτε στη ζωή τους, να κάνουν επιλογές και όχι να είναι έρμαια των συγκυριών.
Φυσικά, στα δημόσια σχολεία αυτό είναι αδύνατον να γίνει, μπορεί όμως ο κα΄θε γονιός που γνωρίζει γραφή και ανάγνωση να βοηθήσει τα παιδιά του..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα παιδιά που έχουν αυτή την βοήθεια από το σπίτι τους όπως την λες, δεν έχουν συνήθως προβλήματα με την μάθηση αλλά σε τελική ανάλυση δεν είναι δουλειά των γονέων να αναπληρώνουν τις ανεπάρκειες του σχολείου.
Το πρόβλημα όμως κατά βάση είναι ο δάσκαλος και η ικανότητα του στην μετάδοση της γνώσης, και όχι ο μαθητής.
Ένα μάθημα που στο σχολείο θεωρούσα αδύνατο ότι μπορεί ανθρώπινος εγκέφαλος να μάθει όταν βρέθηκα στον σωστό δάσκαλο στο φροντιστήριο όχι μόνο το έμαθα αλλά έλυνα ασκήσεις χημείας με την ίδια ευχαρίστηση που λύνεις 'ενα σταυρόλεξο!
Από τις χειρότερες δε συνήθειες πολλών γονέων είναι να κάθονται να διαβάζουν μαζί με τα παιδιά τους. Τα παιδιά τελικά δεν μαθαίνουν να βασίζονται στις δικές τους ικανότητες αλλά στων γονέων τους.
αθεόφοβε
ΑπάντησηΔιαγραφήεννοείται ότι δεν είναι δουλειά των γονέων, όμως μέχρι να γίνει αποτελεσματικό το σύστημα δεν υπάρχει άλλη βοήθεια.
Επίσης, πολλές φορές τυχαίνει οι γνώσεις που διδάσκονται στο σχολείο να είναι επιφανειακές ή απλά σε μία αίθουσα με 28 μαθητές ο δάσκαλος απλά να μην μπορεί να βοηθήσει κανέναν, ούτε καν να βγάλει την ύλη.
Και κάτι άλλο, ο γονιός, πέρα από τη βοήθεια στην ακαδημαική πορεία του παιδιού, ωφείλει να συμβάλεει και στην καλλιέργεια του νου η οποία είναι καθαρά θέμα ανατροφής και άπτεται των γνώσεων σε επίπεδα που το σχολείο απλά δεν μπορεί να προσφέρει.
Είναι καθήκον του σχολείου να βρεί καλό δάσκαλο (παρά τις αντιρρήσεις για την αξιολόγηση) και είναι καθήκον του γονιού να έχει άγρυπνο μάτι για το τί μαθαίνει τελικά το παιδί, αντί να πετάει το μπαλάκι σε άλλους και μετά να λέει ότι άλλος φταίει, αφού το κακό έχει γίνει και το παιδί έχει μείνει αγρίμι.
Σιγά παιδί μου τώρα που θα δουλέψουν. Δεν ξέρεις το νέο ρητό που λέει "άμα έχεις διάθεση για δουλειά ξάπλωσε και θα σου περάσει";
ΑπάντησηΔιαγραφήΠφφφφ
(Βγάλε το "δημόσια" μπροστά από το "σχολεία" στην προ τελευταία παράγραφο. Μόνο στα ιδιαίτερα ένας προς έναν, άντε ένας προς τρεις μπορεί να γίνει αποτελεσματικά αυτό που λες)
χαχα
ΑπάντησηΔιαγραφήναι το έχω ακούσει.
από την άλλη άμπαν, αν εφαρμοστεί αυτό και στα δημόσια σχοεία, τόε θα έχουν απασχόληση ΟΛΟΙ οι εκπαιδευτικοί που έχουν αποφοιτήσει ως τώρα από τις σχετικές σχολές.
να λοιπόν, μία σκέψη για τον υπουργό μας...
Δε διαφωνώ, αλλά τότε θα έπρεπε να πληρώνεις σε φόρους πάνω από 60 ευρώ την ημέρα για το σχολείο και μόνο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠράγμα που βέβαια δεν θα ήταν κακό, αλλά προφανώς θέλει άλλου τύπου κοινωνίες από αυτές στις οποίες ζούμε!
Εσύ,ξέρω τι θέλεις,να σου στειλω για δασκάλα των παιδιών σου αυτην τη Χρυσού και να σ'ακούει μετά να ουρλιάζεις όλος ο Αμβρακικός:)
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε παρεξήγησες Βασίλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είμαι τόσο bitch.
(είμαι περισσότερο)
:)))Αυτο λέγεται αυτοκριτική;:)))Αντε,βάζω μεσα και Λευκάδα :)))
ΑπάντησηΔιαγραφή