- Πάντα ήμουν του δρόμου. Ο δρόμος έρημος στο λιοπύρι ή στα μαύρα μεσάνυχτα που αντηχούν τα τακούνια, είναι ένα μέρος μαγικό, μία οδός μυστηρίων με παράλληλα σύμπαντα πίσω από κάθε πόρτα, των οποίων μόνο ιδέα παίρνεις από τις αχτίδες φωτός ή τις μυρωδιές των φαγητών που ξεφεύγουν από τις δεσμώτριες κουρτίνες.
- Πάντα με τα πόδια, ένα σοκάκι απαρατήρητο ως τώρα, αποτελεί ακαταμάχητο πειρασμό, ένα μέλλον για εξερεύνηση, μία υπόσχεση για το νού που σπαρταρά μέσα στα νερά του.
- Αφημένα εδώ και κει τα ίχνη των ανθρώπων, σκουπίδια της ζωής που φυλλορροεί κυπελάκια του καφέ και περιτυλίγματα τυρόπιτας. Κάποιος μάστορας ήταν εδώ, νομίζω ο Μιχάλης... Το αυτοκίνητό του έξω από τον καφενέ.
- Ηγεμόνισσα του πεζοδρομίου, μία γάτα που στέκει σε πόζα, κάτι περιμένει, οι γάτες ποτέ δε στήνονται τυχαία. Σιωπηλά κοιτιόμαστε.
- Βήματα χωρίς σώμα, αφού κανείς δεν είναι εδώ να το δεί.
- Πίσω άδειος δρόμος, μπροστά άδειος δρόμος, ησυχία, όλα δείχνουν τεράστια χωρίς τα συμπράγκαλα της πρωινής δουλειάς, τακ, τουκ, τακ, τουκ, το τακούνι....
- Τζάμπα δρόμος, τζάμπα πόλη, ολόκληρη δική μου.
- Ο Ωρίωνας πάνωθε. Κρίμα το παιδί.... αν και παρθένα, η θεά ήτανε τσούλα, το΄φαγε το παληκάρι!
- Η πόρτα μου, και το φως από το δικό μου σύμπαν με περιμένει αναμένο. Οι τελευταίες αναθυμιάσεις από την πνοή του κρασιού γίνονται σύννεφο στο κρύο.
Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011
Με λένε Δρόμο
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Βράζει το καζάνι!